- Πολύνηος
- Πολύνηοςwith many templesmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πολύνηος — ον, Α βλ. πολύναος … Dictionary of Greek
Πολυνήου — Πολύνηος with many temples masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολύναος — και ιων. τ. πολύνηος, ον, Α (για θεότητα) αυτός στον οποίο είναι αφιερωμένοι πολλοί ναοί. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + ναος / νηος (< ναός), πρβλ. ομό ναος] … Dictionary of Greek